Λέξη: κατράμι

Σχετικές λέξεις: κατράμι

κατράμι σημαίνει

Μεταφράσεις: κατράμι

κατράμι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tar, pitch

κατράμι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
brea, alquitrán, pez, tono, paso, campo, terreno de juego

κατράμι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
seefahrer, seemann, teer, Pech, Tonhöhe, Steigung, Platz, Tonlage

κατράμι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bitume, goudronneuse, goudronner, navigateur, goudron, marin, terrain, hauteur, pas, tangage, brai

κατράμι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
incatramare, catrame, intonazione, pece, passo, terreno di gioco, piazzola

κατράμι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
asfaltar, alcatrão, piche, arremesso, breu, passo, pez

κατράμι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zeeman, teren, teer, toonhoogte, pek, worp, standplaats, veld opgelopen

κατράμι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
просмаливать, смола, гудрон, деготь, просмолить, дёготь, шаг, основного тона, высота, тангажа

κατράμι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tjære, banen, grassmatta, tonehøyde, matta, gresset

κατράμι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tjära, tonhöjd, tonhöjds, beck, stigning, planen

κατράμι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
merimies, merikarhu, terva, piki, kentälle, kentällä, itsevarmuutta, ja itsevarmuutta

κατράμι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tjære, beg, banen, banen fuldstændigt ved, banen fuldstændigt, bane

κατράμι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dehtovat, asfalt, tér, dehet, nadehtovat, stoupání, smola, hřiště, rozteč, pitch

κατράμι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
smołowanie, nasmołować, smoła, smołować, lepik, smołowiec, dziegieć, pak, pitch, Boisko, Boisko do

κατράμι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kátrány, matróz, hangmagasság, pályán, szurok, pitch

κατράμι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gemici, denizci, zift, saha, perde, sahasının, hatve

κατράμι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дьоготь, смола, крок

κατράμι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
katran, Fusha, Fusha e, zift, intonoj

κατράμι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
катран, игрище, смола, стъпка, терен

κατράμι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
крок

κατράμι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tökat, pigi, meremees, sammuga, asemele, pitch, samm

κατράμι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
katranizirati, katran, nagib, Pitch, Parcela, smola, parcele

κατράμι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bik, kasta, völlurinn, vellinum, velli

κατράμι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
jūrininkas, jūreivis, derva, degutas, pikis, nuolydis, aikštelė, žingsnis

κατράμι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
darva, jūrnieks, matrozis, piķis, laukums, pitch, piķa, soļa

κατράμι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
теренот, терен, на теренот

κατράμι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
smoală, marinar, pas, smoala, teren de, cu pas

κατράμι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
asfalt, smola, igrišče, smole, katran, naklon

κατράμι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
stúpanie, stúpania, stúpaní, stúpaniu
Τυχαίες λέξεις