Новинка στα ελληνικά
Μετάφραση: новинка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ειδήσεις, νέα, καινοτομία, Νέος, καινοτομίας, φαντεζί, νεωτερισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- владычествовать στα ελληνικά - λικνίζομαι, κανόνας, βασιλεύω, αποφασίζω, ταλαντεύομαι, πείθω, ιθύνω, ...
- выселение στα ελληνικά - αποβολή, απέλαση, έξωση, έξωσης, εκδίωξη, εξώσεις, την έξωση
- доспехи στα ελληνικά - μπράτσο, ιπποσκευή, χέρι, όπλο, πανοπλία, θωράκιση, πανοπλίας, ...
- дочерний στα ελληνικά - θυγατρική, θυγατρικής, επικουρικής, της θυγατρικής, θυγατρική εταιρεία
Τυχαίες λέξεις
Новинка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ειδήσεις, νέα, καινοτομία, Νέος, καινοτομίας, φαντεζί, νεωτερισμού
Μεταφράσεις: ειδήσεις, νέα, καινοτομία, Νέος, καινοτομίας, φαντεζί, νεωτερισμού