Обескураженность στα ελληνικά
Μετάφραση: обескураженность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύγχυση, κυκεώνας, αμηχανία, παραζάλη, κατατρομάζω, ανησυχία, τρόμος, αποθάρρυνση, αποθάρρυνσης, την αποθάρρυνση, απογοήτευση, η αποθάρρυνση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вкалывать στα ελληνικά - χώνω, ραβδί, Stick, στικ, κολλήσει, το ραβδί
- водородный στα ελληνικά - υδρογόνο, υδρογόνου, του υδρογόνου, το υδρογόνο, όξινο
- выискивать στα ελληνικά - μαζεύω, μύτη, κασμάς, συλλέγω, ανακαλύπτω, πάρει, επιλέξετε, ...
- горчица στα ελληνικά - μουστάρδα, μουστάρδας, σιναπιού, τη μουστάρδα, σινάπι
Τυχαίες λέξεις
Обескураженность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύγχυση, κυκεώνας, αμηχανία, παραζάλη, κατατρομάζω, ανησυχία, τρόμος, αποθάρρυνση, αποθάρρυνσης, την αποθάρρυνση, απογοήτευση, η αποθάρρυνση
Μεταφράσεις: σύγχυση, κυκεώνας, αμηχανία, παραζάλη, κατατρομάζω, ανησυχία, τρόμος, αποθάρρυνση, αποθάρρυνσης, την αποθάρρυνση, απογοήτευση, η αποθάρρυνση