Облачать στα ελληνικά

Μετάφραση: облачать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξουσιοδοτούμαι, τήβεννος, ρόμπα, χιτώνας, διορίζομαι, επενδύω, περιβολή, επικαλύψει διάφορα προϊόν ιχ
Облачать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • амбре στα ελληνικά - μυρίζω, ευωδιά, άρωμα, ευωδία, μυρωδιά, οσμή, το άρωμα, ...
  • бюргер στα ελληνικά - δημότης, αστός, κάτοικο της πόλης
  • грибовидный στα ελληνικά - μανιτάρι, μανιταριών, μανιταριού, μανιτάρια, τα μανιτάρια
  • житейский στα ελληνικά - ζωτικός, ουσιώδης, καθημερινός, καθημερινή, καθημερινά, καθημερινής, καθημερινές
Τυχαίες λέξεις
Облачать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξουσιοδοτούμαι, τήβεννος, ρόμπα, χιτώνας, διορίζομαι, επενδύω, περιβολή, επικαλύψει διάφορα προϊόν ιχ