Λέξη: γεωγραφικός
Σχετικές λέξεις: γεωγραφικός
γεωγραφικός κωδικός καλλικράτη, γεωγραφικός εντοπισμός αγροτεμαχίου, γεωγραφικός χάρτης, γεωγραφικός χάρτης ρουμανίας, γεωγραφικός άτλας, γεωγραφικός όμιλος κύπρου, γεωγραφικός χάρτης ελλάδας, γεωγραφικός χάρτης ελλάδος, γεωγραφικός χάρτης ευρώπης, γεωγραφικός χάρτης της ελλάδας
Μεταφράσεις: γεωγραφικός
γεωγραφικός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
geographic, geographical, a geographical
γεωγραφικός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
geográfico, geográfica, geográficas, geográficos, geográfica de
γεωγραφικός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
geographisch, geografisch, geografischen, geographischen, geografische
γεωγραφικός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
géographique, géographiques, géographique de, répartition géographique
γεωγραφικός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
geografico, geografica, geografiche, Geographical
γεωγραφικός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
verdadeiramente, geográfico, deveras, geográfica, geográficas, geográficos
γεωγραφικός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aardrijkskundig, geografisch, geografische, de geografische, geographical, hun geografische
γεωγραφικός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
географический, географическое, географического, географическая, географической
γεωγραφικός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
geografiske, geografisk, den geografiske, noen geografiske
γεωγραφικός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
geografiska, geografisk, geografiskt, den geografiska
γεωγραφικός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
maantieteellinen, maantieteellisen, maantieteellisten, maantieteellisellä, maantieteelliset
γεωγραφικός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
geografisk, geografiske, deres geografisk, den geografiske
γεωγραφικός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
geografický, zeměpisný, správní, zeměpisná, zeměpisné, geografické
γεωγραφικός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
geograficzny, Geograficzne, geograficznego, geograficzna, geograficznym
γεωγραφικός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
földrajzi, a földrajzi, alatt álló földrajzi, területi
γεωγραφικός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
coğrafi, coğrafik, bir coğrafi, co¤rafi
γεωγραφικός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
географічний, географічна, географічного
γεωγραφικός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjeografik, gjeografike, gjeografike e, gjeografike të, gjeografik i
γεωγραφικός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
географски, географско, географска, географското, географския
γεωγραφικός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
геаграфічны, геаграфічная, геаграфічнае
γεωγραφικός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
geograafiline, geograafiliste, geograafilisele, geograafilist, geograafilises
γεωγραφικός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
geografski, zemljopisnog, geografske, zemljopisni, geografska, zemljopisno, zemljopisna
γεωγραφικός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
landfræðileg, landfræðilega, landfræðilegt, landfræðilegum, landfræðilegra
γεωγραφικός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
geografinis, geografinė, geografinę, geografinės, geografinį
γεωγραφικός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ģeogrāfisks, ģeogrāfiskā, ģeogrāfisko, ģeogrāfiskais, ģeogrāfiskās
γεωγραφικός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
географската, географска, географските, географски, географскиот
γεωγραφικός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
geografic, geografică, geografice, geografica, geograficã
γεωγραφικός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
geografsko, geografska, geografski, geografske, geografskega
γεωγραφικός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
geografický, zemepisný, geografického, zemepisného, zemepisné