Обрушивать στα ελληνικά
Μετάφραση: обрушивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτελείο, βολή, ρίξιμο, να μειωθεί, να μειώσει, μειώσει, φέρει κάτω, μειωθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- агрессивность στα ελληνικά - επιθετικότητα, επιθετικότητας, την επιθετικότητα, η επιθετικότητα, της επιθετικότητας
- аутригер στα ελληνικά - εξωτερικό στήριγμα ακάτου, Outrigger, με προώστες, ζυγοστάτη, το ζυγοστάτη
- босяк στα ελληνικά - αγύρτης, αλήτης, μόρτης, ελεύθερα φορτηγά πλοία, με ελεύθερα φορτηγά πλοία, ελεύθερα φορτηγά, με ελεύθερα φορτηγά
- выдубить στα ελληνικά - βυρσοδεψώ, καφετί, μαύρισμα, μαυρίζω, vydubit
Τυχαίες λέξεις
Обрушивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτελείο, βολή, ρίξιμο, να μειωθεί, να μειώσει, μειώσει, φέρει κάτω, μειωθεί
Μεταφράσεις: επιτελείο, βολή, ρίξιμο, να μειωθεί, να μειώσει, μειώσει, φέρει κάτω, μειωθεί