Λέξη: τρεμοφέγγω

Μεταφράσεις: τρεμοφέγγω

τρεμοφέγγω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
shimmer, shimmery, shimmers

τρεμοφέγγω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
trémulo, reluciente, trémulas, trémula, trémulas del

τρεμοφέγγω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
shimmery, schimmernde, schimmernden, schimmernder, schimmerndem

τρεμοφέγγω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chatoiement, miroitement, papillotement, chatoyer, clignotement, miroiter, shimmery, brillante, chatoyant, brillante et, scintillant

τρεμοφέγγω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
shimmery, luccicante, shimmery del, scintillante, luccicanti

τρεμοφέγγω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
shimmery, baixio, cintilante, shimmery da, cintilantes

τρεμοφέγγω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
shimmery, glanzende, glimmende, glinsterende, glinsterend

τρεμοφέγγω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мерцание, мерцать, Мерцающие

τρεμοφέγγω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skimrende, shimmery, Skinnende, skimmer

τρεμοφέγγω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
shimmery, skimrande, skimrig, skimriga

τρεμοφέγγω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kajo, hohtaa, kajastaa, kajastella, kuumottaa, hohtava, shimmery, hohtavan, kiiltäviä

τρεμοφέγγω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
skinnende, shimmery, glitrende

τρεμοφέγγω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
blikání, míhání, třpytivých, třpytivé

τρεμοφέγγω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
migotanie, lśnienie, lśnić, shimmery, lśniących

τρεμοφέγγω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pislákolás, csillámlás, csillogó, csillámos, fénylő, csillámló, a csillogó

τρεμοφέγγω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
pırıltılı, ışıltılı, için Parlak, shimmery, parıltısından

τρεμοφέγγω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
блимніть, мерехтливі, Мерцающие, Мерехтливий, мерехтять, що мерехтять

τρεμοφέγγω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shimmery

τρεμοφέγγω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
блестящата, блестящи

τρεμοφέγγω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
мігатлівыя, да мігатлівых, мігатлівых, мільгаюць

τρεμοφέγγω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
läiklema, võbelus, kuma, helkiva, shimmery, sädelevad

τρεμοφέγγω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
svjetlucati, treperiti, treperave, svjetlucavi, svjetlucav, žmirkav

τρεμοφέγγω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
shimmery

τρεμοφέγγω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
shimmery

τρεμοφέγγω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
shimmery

τρεμοφέγγω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Shimmery

τρεμοφέγγω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
stralucitor, discrete

τρεμοφέγγω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
šimrast, shimmery

τρεμοφέγγω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
trblietavých, trblietajúcich, ligotavých, trblietajúcich sa
Τυχαίες λέξεις