Обследование στα ελληνικά

Μετάφραση: обследование, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιθεώρηση, διεργασία, διερεύνηση, έρευνα, εξέταση, εξέτασης, την εξέταση, εξετάσεως, εξετάσεις
Обследование στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • авиачасть στα ελληνικά - μονάδα, μονάδας, συσκευή, μονάδος, ενότητα
  • бирманец στα ελληνικά - Βιρμανίας, της Βιρμανίας, βιρμανικές, βιρμανικό, βιρμανική
  • вахта στα ελληνικά - φρουρά, παρακολουθώ, ρολόι, βλέπω, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε
  • десантный στα ελληνικά - αμφίβιος, προσγείωση, εκφόρτωσης, προσγείωσης, εκφόρτωση, προορισμού
Τυχαίες λέξεις
Обследование στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιθεώρηση, διεργασία, διερεύνηση, έρευνα, εξέταση, εξέτασης, την εξέταση, εξετάσεως, εξετάσεις