Общедоступный στα ελληνικά

Μετάφραση: общедоступный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετριοπαθής, μέτριος, λαϊκός, δημοφιλής, μετριάζω, δημόσιο, κοινό, δημόσια, δημόσιας, δημόσιες
Общедоступный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • автоматика στα ελληνικά - αυτοματοποίηση, Αυτοματισμός, αυτομάτων, automatics, Αυτοματισμός για, Αυτοματισμός για το
  • дверца στα ελληνικά - πόρτα, πόρτας, θύρα, θύρας, θυρών
  • дерганье στα ελληνικά - μαδώ, τραβώ, τράβηγμα, έλξη, τραβήξτε, τραβήξει, τραβάτε, ...
  • жезлоносец στα ελληνικά - νεωκόρος, ραβδούχος, κανδηλανάπτης, εκκλησιαστικός, εκκλησιαστικός θα
Τυχαίες λέξεις
Общедоступный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετριοπαθής, μέτριος, λαϊκός, δημοφιλής, μετριάζω, δημόσιο, κοινό, δημόσια, δημόσιας, δημόσιες