Овес στα ελληνικά
Μετάφραση: овес, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρώμη, βρόμη, βρώμης, τη βρώμη, βρώμες, βρώμης που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абсолютист στα ελληνικά - απολυταρχικός, απολυταρχικό, απολυταρχική, απολυταρχίας, απολυταρχικές
- гноиться στα ελληνικά - υπόθεση, ύλη, θέμα, νοιάζομαι, κρυφοκαίω, κακοφορμίζω, εμπυάζω, ...
- добродушный στα ελληνικά - φιλικός, ζεστός, προσηνής, απαλός, καλόκαρδος, πρόσχαρος, ευγενικά, ...
- дросселировать στα ελληνικά - φλομώνω, στραγγαλίζω, βαλβίδα, πεταλούδας, γκαζιού, γκάζι, της πεταλούδας
Τυχαίες λέξεις
Овес στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρώμη, βρόμη, βρώμης, τη βρώμη, βρώμες, βρώμης που
Μεταφράσεις: βρώμη, βρόμη, βρώμης, τη βρώμη, βρώμες, βρώμης που