Окладистый στα ελληνικά
Μετάφραση: окладистый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεμάτος, πλήρης, ολικός, μεστός, θαμνώδης, θαμνώδη, θαμνώδες, θαμνώδεις, φουντωτή
Μεταφράσεις
- аллергический στα ελληνικά - αλλεργικός, αλλεργική, αλλεργικές, αλλεργικής, αλλεργικών
- вторгаться στα ελληνικά - αθετώ, επιδρομή, παραβαίνω, εισβάλλω, παραβιάζω, καταπατούν, σφετερισμό, ...
- делегация στα ελληνικά - αντιπροσωπεία, αποστολή, εξουσιοδότηση, παραγγέλλω, παραγγελία, αντιπροσωπείας, αντιπροσωπία, ...
- делимый στα ελληνικά - διαιρετός, διαιρείται, διαιρετό, διαιρετή, διαιρετά
Τυχαίες λέξεις
Окладистый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεμάτος, πλήρης, ολικός, μεστός, θαμνώδης, θαμνώδη, θαμνώδες, θαμνώδεις, φουντωτή
Μεταφράσεις: γεμάτος, πλήρης, ολικός, μεστός, θαμνώδης, θαμνώδη, θαμνώδες, θαμνώδεις, φουντωτή