Оплетать στα ελληνικά
Μετάφραση: оплетать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χορδή, πλεξίδα, πλεξούδα, πλεξούδας, σιρίτια, σειρήτια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безусловный στα ελληνικά - απόλυτος, άνευ όρων, ανεπιφύλακτη, χωρίς όρους, ανεπιφύλακτο, ανεπιφύλακτες
- взлет στα ελληνικά - ρουκέτα, πτήση, ρόκα, φυγή, ανάβαση, πύραυλος, απογείωση, ...
- высчитать στα ελληνικά - υπολογίζω, εκπίπτω, λογαριάζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, ...
- завернуть στα ελληνικά - τυλίγω, τυλίξτε, τυλίξετε, τυλίγετε, τυλίξει, τυλίγουμε
Τυχαίες λέξεις
Оплетать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χορδή, πλεξίδα, πλεξούδα, πλεξούδας, σιρίτια, σειρήτια
Μεταφράσεις: χορδή, πλεξίδα, πλεξούδα, πλεξούδας, σιρίτια, σειρήτια