Особенный στα ελληνικά

Μετάφραση: особенный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατομικός, παράξενος, μοναδικός, ενικός, συγκεκριμένος, ιδιόμορφος, άτομο, παράδοξος, ειδικός, ειδική, ειδικές, ειδικών, ειδικό
Особенный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • болонка στα ελληνικά - lap-, φορητό υπολογιστή, φορητών, φορητό, των φορητών
  • виза στα ελληνικά - βίζα, θεώρηση, θεώρησης, θεωρήσεων, θεωρήσεις
  • винный στα ελληνικά - ένοχος, κρασί, οίνος, οίνου, κρασιού, οίνο
  • дисплей στα ελληνικά - εκθέτω, παρουσιάζω, οθόνη, επίδειξη, οθόνης, απεικόνιση, ένδειξη
Τυχαίες λέξεις
Особенный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατομικός, παράξενος, μοναδικός, ενικός, συγκεκριμένος, ιδιόμορφος, άτομο, παράδοξος, ειδικός, ειδική, ειδικές, ειδικών, ειδικό