Особый στα ελληνικά
Μετάφραση: особый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρκετοί, χωρίζω, ξεχωριστός, ιδιαίτερος, μοναδικός, ενικός, παράδοξος, ιδιόμορφος, χωριστός, αρκετές, παράξενος, συγκεκριμένος, ειδικός, ειδική, ειδικές, ειδικών, ειδικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амбразура στα ελληνικά - πολεμίστρα, κενό, παραθυράκι, κενού, το κενό
- выразительный στα ελληνικά - νευρικός, κατηγορηματικός, ευφραδής, σημαντικός, σαφής, εμφατικός, ρητός, ...
- выскочить στα ελληνικά - χοροπηδώ, αναπηδώ, πηδώ, ξεπεταχτεί, πεταχτεί έξω, ξεπροβάλλουν, πεταχτεί προς τα έξω, ...
- генетический στα ελληνικά - γενετικός, γενετική, γενετικής, γενετικών, γενετικό, γενετικές
Τυχαίες λέξεις
Особый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρκετοί, χωρίζω, ξεχωριστός, ιδιαίτερος, μοναδικός, ενικός, παράδοξος, ιδιόμορφος, χωριστός, αρκετές, παράξενος, συγκεκριμένος, ειδικός, ειδική, ειδικές, ειδικών, ειδικό
Μεταφράσεις: αρκετοί, χωρίζω, ξεχωριστός, ιδιαίτερος, μοναδικός, ενικός, παράδοξος, ιδιόμορφος, χωριστός, αρκετές, παράξενος, συγκεκριμένος, ειδικός, ειδική, ειδικές, ειδικών, ειδικό