Отвиснуть στα ελληνικά
Μετάφραση: отвиснуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλαδεύω, βουλιάζω, κρεμάω, χαμηλώνω, droop, γέρνουν, στατισμό, για κάμψη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- архивариус στα ελληνικά - αρχειοφύλακας, αρχειοφύλακα, αρχειοθέτης, αρχειοθέτη, αρχειονόμος
- буксовать στα ελληνικά - γλίστρημα, παραδρομή, γλιστρώ, ντεραπάρω, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ...
- вправление στα ελληνικά - αναγωγή, περιστολή, μείωση, μείωσης, τη μείωση, μείωση της
- галифе στα ελληνικά - ιππασία, ιππασίας, οδήγησης, οδήγηση, ποδηλασίας
Τυχαίες λέξεις
Отвиснуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλαδεύω, βουλιάζω, κρεμάω, χαμηλώνω, droop, γέρνουν, στατισμό, για κάμψη
Μεταφράσεις: κλαδεύω, βουλιάζω, κρεμάω, χαμηλώνω, droop, γέρνουν, στατισμό, για κάμψη