Отвозить στα ελληνικά
Μετάφραση: отвозить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδηγώ, αποκτώ, παίρνω, πάρει πίσω, να πάρει πίσω, πάρουν πίσω, νέου ανάληψης, εκ νέου ανάληψης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- восстановитель στα ελληνικά - αναγωγικό, αναγωγικού, αναγωγικού μέσου, αναγωγικό μέσο, αναγωγική ουσία
- выгодно στα ελληνικά - επικερδώς, κερδοφόρα, επωφελώς, αποδοτικά, επικερδή
- долото στα ελληνικά - σμίλη, λαξεύω, καλέμι, κοπίδι, σμίλης, σκαρπέλο
- дрема στα ελληνικά - νύστα, υπνάκος, Sandman, το Sandman, παραμυθάς
Τυχαίες λέξεις
Отвозить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδηγώ, αποκτώ, παίρνω, πάρει πίσω, να πάρει πίσω, πάρουν πίσω, νέου ανάληψης, εκ νέου ανάληψης
Μεταφράσεις: οδηγώ, αποκτώ, παίρνω, πάρει πίσω, να πάρει πίσω, πάρουν πίσω, νέου ανάληψης, εκ νέου ανάληψης