Отдавать στα ελληνικά
Μετάφραση: отдавать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλοτσώ, επιστρέφω, επιστροφή, γυρίζω, μερίδιο, καρπαζιά, παραδίνω, δίνω, χαστουκίζω, ανταμείβω, συνεισφέρω, χωρίζω, χαστούκι, ξεπληρώνω, δώσει μακριά, να δώσει μακριά, δίνουν μακριά, δώσουν μακριά, δώσετε μακριά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аэронавтика στα ελληνικά - αεροναυτική, αεροναυπηγική, αεροναυπηγικής, της αεροναυτικής, της αεροναυπηγικής
- брыкаться στα ελληνικά - κλοτσώ, λάκτισμα, κλωτσιά, χαμένη ευκαιρία, χαμένη ευκαιρία για, χαμένη ευκαιρία για την
- василёк στα ελληνικά - κυανός, cornflower, καλαμποκάλευρο, κενταύριου, κενταύριου του
- дебют στα ελληνικά - ντεμπούτο, το ντεμπούτο, ντεμπούτο του
Τυχαίες λέξεις
Отдавать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλοτσώ, επιστρέφω, επιστροφή, γυρίζω, μερίδιο, καρπαζιά, παραδίνω, δίνω, χαστουκίζω, ανταμείβω, συνεισφέρω, χωρίζω, χαστούκι, ξεπληρώνω, δώσει μακριά, να δώσει μακριά, δίνουν μακριά, δώσουν μακριά, δώσετε μακριά
Μεταφράσεις: κλοτσώ, επιστρέφω, επιστροφή, γυρίζω, μερίδιο, καρπαζιά, παραδίνω, δίνω, χαστουκίζω, ανταμείβω, συνεισφέρω, χωρίζω, χαστούκι, ξεπληρώνω, δώσει μακριά, να δώσει μακριά, δίνουν μακριά, δώσουν μακριά, δώσετε μακριά