Υφιστάμενος στα αγγλικά

Μετάφραση: υφιστάμενος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
subaltern, subordinate, junior, underling, current, existing, incumbent, an existing
Υφιστάμενος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: υφιστάμενος

subsistent
  • υφιστάμενος

Σχετικές λέξεις: υφιστάμενος

υφιστάμενος συνωνυμο, υφιστάμενος μετάφραση, υφιστάμενος συνώνυμο, υφιστάμενος σημασια, υφιστάμενος in english, υφιστάμενος λεξικό γλώσσας αγγλικά, υφιστάμενος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • υφαντής στα αγγλικά - weaver, Ifantis, woven, Yfantis
  • υφηγητής στα αγγλικά - lecturer, don, assistant professor, a lecturer, Assistant Professor of
  • υψόμετρο στα αγγλικά - altitude, elevation, altimeter, altitude of, an altitude
  • υψώνω στα αγγλικά - lift, elevate, raise, heighten, hoist, upraise, hoik
Τυχαίες λέξεις
Υφιστάμενος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: subaltern, subordinate, junior, underling, current, existing, incumbent, an existing