Отзывать στα ελληνικά
Μετάφραση: отзывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπαναχωρώ., παίρνω, γούστο, μυρωδιά, θυμάμαι, μυρίζω, υπαναχωρώ, αποσύρω, γεύση, γεύομαι, αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выдрессированный στα ελληνικά - καλά συμπεριφέρθηκε, συμπεριφέρθηκε καλά, Υπάκουοι, καλή συμπεριφορά
- галочка στα ελληνικά - τικ, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη
- грузинка στα ελληνικά - Γεωργιανά, γεωργιανό, γεωργιανή, γεωργιανές, γεωργιανού
- дозволение στα ελληνικά - επιτρέπω, παρατάω, συγκατάθεση, επικυρώνω, επιχορηγώ, κύρωση, συγκατανεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Отзывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπαναχωρώ., παίρνω, γούστο, μυρωδιά, θυμάμαι, μυρίζω, υπαναχωρώ, αποσύρω, γεύση, γεύομαι, αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν
Μεταφράσεις: υπαναχωρώ., παίρνω, γούστο, μυρωδιά, θυμάμαι, μυρίζω, υπαναχωρώ, αποσύρω, γεύση, γεύομαι, αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν