Λέξη: πρασινωπός
Μεταφράσεις: πρασινωπός
πρασινωπός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
greenish, virescent
πρασινωπός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
verdoso, verdosa, verde, verdosas, verdosos
πρασινωπός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
grünlich, grünlichen, grünliche, grün
πρασινωπός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vert, verdâtre, verdâtres, verte
πρασινωπός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
verdastro, verdolino, verde, verdastra, verdognolo
πρασινωπός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
esverdeado, esverdeada, greenish, verde, esverdeadas
πρασινωπός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
groenig, groenachtig, groenachtige, groen, groene
πρασινωπός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
зеленоватый, зеленовато, зеленоватые, зеленоватого
πρασινωπός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
grønnlig, grønnaktig, grønn, greenish
πρασινωπός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grönaktig, grönaktigt, grön, grönaktiga
πρασινωπός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vihertävä, vihertävän, vihertäväksi, vihertävää, vihertäviä
πρασινωπός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
grønlig, grøn, grønligt, grønlige, grønfarvning
πρασινωπός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nazelenalý, zelenavý, nazelenalá, zelenavě, nazelenalé
πρασινωπός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zielonkawy, zielonawy, zielonkawo, zielonkawe, zielonkawa
πρασινωπός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
zöldes, zöldessárga, zöldesfehér, zöldes színű, zöldesszürke
πρασινωπός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yeşilimsi, yeşilimsi bir, yeşilimtırak, greenish
πρασινωπός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зеленуватий, зелений, зеленкуватий, зеленуватого
πρασινωπός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjelbërosh, gjelbër, të gjelbër, gjelbëruar, e gjelbëruar
πρασινωπός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
зеленикав, зеленикаво, зеленикава, зелено, зеленикави
πρασινωπός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
зялёны, зелянявы, зеленаваты, зеленаватае, зялёнае
πρασινωπός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rohekas, roheka, rohekad, rohekasvalge, rohekaks
πρασινωπός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zelenkast, zelenkasto, zelenkasta, zelenkaste, zelenkasti
πρασινωπός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
grænleit, græn, grænleitt
πρασινωπός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žalias, žalsvas, žalsvai, žalsvos, žalsva, žalsvos spalvos
πρασινωπός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
zaļš, zaļgans, gans, zaļgani, zaļganā, zaļgana
πρασινωπός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
зеленкаста, зеленикаво, зеленикава, зеленкасто, зеленкаст
πρασινωπός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
verde, verzui, verzuie
πρασινωπός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zelenkasto, zelenkasta, zelenkast, zelenkaste, zeleno
πρασινωπός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zelenavý, nazelenalý, zelenkastý, zelenkavá, zelenkavý
Τυχαίες λέξεις