Λέξη: λόγος

Σχετικές λέξεις: λόγος

λόγος 25η μαρτίου, λόγος αντίθεσης mega, λόγος ευθύνης, λόγος των κυκλάδων, λόγος της πέλλας, λόγος ζολώτα, λόγος περί της μεθόδου, λόγος συνώνυμα, λόγος 25ης μαρτίου, λόγος στον ευαγγελισμό της θεοτόκου, πλάγιος λόγος, πρωινός λόγος, λόγος του βασιλιά

Συνώνυμα: λόγος

λέξη, είδηση, αιτία, αίτιο, υπόθεση, αφορμή, πρόξενος, αναλογία, σχέση, λογικό, φρένα, ομιλία, λαλιά, φωνή, αγόρευση, δημηγορία, ρητό, θεώρηση, μελέτη, υπόληψη, λεπτότητα, παράγοντας

Μεταφράσεις: λόγος

λόγος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
reason, ratio, speech, word, cause

λόγος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
causa, motivo, razón, porqué, la razón, razones, razón por

λόγος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
überlegen, begründung, veranlassung, argumentieren, vernunft, zumutbarkeit, ursache, grund, Grund, Vernunft, Grunde

λόγος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
raisonnons, cause, droit, raisonnent, considération, fondement, raison, intelligence, raisonnez, raisonner, justification, argumenter, esprit, acceptabilité, motif, la raison, raison pour

λόγος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ragione, causa, motivo, ragionevolezza, ragione per, motivo per

λόγος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
raciocinar, causa, razoabilidade, razão, móvel, motivo, razões, motivos, razão pela

λόγος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
redelijkheid, oorzaak, verstand, reden, beweegreden, rede, Daarom, redenen, reden waarom

λόγος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
причина, повод, благоразумие, аргумент, обдумывать, довод, рассудок, рассудительность, доводить, разумность, обдумать, рация, разум, резон, доказывать, рассуждать, причиной, причин, из причин

λόγος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rimelighet, grunn, årsak, årsaken, grunnen, grunn til

λόγος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
reson, skäl, orsak, anledning, förnuft, anledningen, orsaken

λόγος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
järjellisyys, syy, ymmärrys, kohtuullisuus, aihe, järki, tolkku, peruste, syystä, syytä, vuoksi, syynä

λόγος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
anledning, årsag, bevæggrund, fornuft, grund, grunden, Derfor, grund til

λόγος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
oprávnění, příčina, právo, rozum, pohnutka, důvod, rozumný, důvodem

λόγος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
opamiętanie, wyperswadować, stwierdzić, przekonywać, przyczyna, stwierdzać, rozwaga, rozumować, rozum, uzasadnienie, racja, rozsądek, powód, powodem

λόγος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ok, oka, okból

λόγος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
neden, sebep, nedeni, sebebi, nedenle

λόγος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тиловий, причина, Пичина, Причина Додаткова, причиною, Причина Додаткова інформація

λόγος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
arsye, arsyeja, arsye e, arsyeja e, arsye të

λόγος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
умереност, благоразумие, причина, поради, основание, причини

λόγος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прычына, чыннік

λόγος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
arutluskäik, arutlema, juurdlema, põhjus, põhjusel, põhjust, põhjuseks

λόγος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
rasuđivati, nagovarati, uvjeravati, razloga, razlog, od razloga, razlozima, zbog

λόγος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
orsök, ástæða, vit, Ástæðan, ástæðu, ástæða til, ástæða þess

λόγος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
causa

λόγος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
priežastis, motyvas, mąstyti, protauti, priežasties, iš priežasčių

λόγος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
domāt, spriest, cēlonis, iemesls, iemesla, iemeslu, pamats

λόγος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
причината, причина, причини, причините, поради

λόγος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cauză, motiv, motive, un motiv, motivul

λόγος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vzrok, razlog, razloga

λόγος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rozum, príčina, dôvod, dôvody, dôvodu, dôvodom, dôvod je

Στατιστικά δημοτικότητας: λόγος

Τυχαίες λέξεις