Отмель στα ελληνικά

Μετάφραση: отмель, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάγκελο, γιαλός, διαμέρισμα, ακτή, όχθη, ρηχός, επίπεδος, τράπεζα, επιπόλαιος, κοπάδι, μπαρ, ράφι, φράζω, εμποδίζω, αμμουδιά, ανάχωμα, ρηχά, αβαθή, shallows, ρηχά νερά, ξέρες
Отмель στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бьет στα ελληνικά - κτυπά, beats, παλμούς, κτύπους, χτύπους
  • вертеп στα ελληνικά - λημέρι, καταγώγιο, Φάτνη της Γεννήσεως, σκηνής της γέννησης, Γέννηση σκηνή, Γεννήσεως Σκηνή, σκηνής nativity
  • глаукома στα ελληνικά - γλαύκωμα, γλαυκώματος, το γλαύκωμα, του γλαυκώματος
  • депонирование στα ελληνικά - κατάθεση, εναπόθεση, απόθεση, εναπόθεσης, απόθεσης
Τυχαίες λέξεις
Отмель στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάγκελο, γιαλός, διαμέρισμα, ακτή, όχθη, ρηχός, επίπεδος, τράπεζα, επιπόλαιος, κοπάδι, μπαρ, ράφι, φράζω, εμποδίζω, αμμουδιά, ανάχωμα, ρηχά, αβαθή, shallows, ρηχά νερά, ξέρες