Отрадный στα ελληνικά

Μετάφραση: отрадный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αστείος, ευχάριστος, κωμικός, περίεργος, ευχάριστη, ευχάριστο, ευχάριστες, ευχάριστα
Отрадный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беззаконный στα ελληνικά - παράνομος, άνομος, άνομη, άνομες, άναρχος, άνομο
  • взятие στα ελληνικά - σπασμός, αιχμαλωτίζω, λήψη, αιχμαλωσία, λαμβάνοντας, λαμβανομένων, τη λήψη, ...
  • датский στα ελληνικά - Δανός, δανικός, δανική, της Δανίας, δανικής
  • движущий στα ελληνικά - μηχανή, συγκινητικός, οδήγηση, οδήγησης, οδηγήσεως, την οδήγηση, οδηγική
Τυχαίες λέξεις
Отрадный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αστείος, ευχάριστος, κωμικός, περίεργος, ευχάριστη, ευχάριστο, ευχάριστες, ευχάριστα