Паралич στα ελληνικά
Μετάφραση: паралич, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποπληξία, παράλυση, παράλυσης, την παράλυση, παράλυση του, η παράλυση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вкладывание στα ελληνικά - προσθήκη, καταχώρηση, εισαγωγή, παρεμβολή, εισαγωγής, την εισαγωγή
- головешка στα ελληνικά - μάρκα, στιγματίζω, σφραγίδα, δάδα, δαυλός, firebrand, δαυλό, ...
- двугласный στα ελληνικά - dvuglasny
- дисконт στα ελληνικά - μείωση, σκόντο, έκπτωση, έκπτωσης, εκπτώσεις, προεξοφλητικό, προεξόφλησης
Τυχαίες λέξεις
Паралич στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποπληξία, παράλυση, παράλυσης, την παράλυση, παράλυση του, η παράλυση
Μεταφράσεις: αποπληξία, παράλυση, παράλυσης, την παράλυση, παράλυση του, η παράλυση