Αποπληξία στα ρωσικά
Μετάφραση: αποπληξία, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
паралич, удар, инсульт, апоплексия, ход, инсульта, тактный
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποπληξία
αποπληξία ετυμολογία, αποπληξία τι σημαινει, αποπληξία τησ υπόφυσησ, αποπληξία english, αποπληξία ορισμος, αποπληξία λεξικό γλώσσας ρωσικά, αποπληξία στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- αποπληθωρισμός στα ρωσικά - дефляция, дефляции, дефлирование, выкачивание, выпускание
- αποπληκτικός στα ρωσικά - апоплексический, больной, душный, душно, заложенный, заложенность
- αποπληρωμή στα ρωσικά - погашение, ссуда, оплата, выкуп, отплата, возврат, вознаграждение, ...
- αποπνέων στα ρωσικά - пахучий, напоминающий, ароматный, благоухающий, apopneon
Τυχαίες λέξεις
Αποπληξία στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: паралич, удар, инсульт, апоплексия, ход, инсульта, тактный
Μεταφράσεις: паралич, удар, инсульт, апоплексия, ход, инсульта, тактный