Λέξη: βόρειος
Σχετικές λέξεις: βόρειος
βόρειος ιρλανδία, βόρειος δεσμός στους διδύμους, βόρειος κορέα, βόρειος δεσμός στον σκορπιό, βόρειος πόλος, βόρειος δεσμός, βόρειος δεσμός στον ταύρο, βόρειος δεσμός στον ζυγό, βόρειος ήπειρος, βόρειος και νότιος δεσμός
Συνώνυμα: βόρειος
βόρεινος, βορινός
Μεταφράσεις: βόρειος
βόρειος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
northern, north, northerly, the Northern
βόρειος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
norte, boreal, septentrional, al norte, del Norte, el norte, norte de
βόρειος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nördlich, Norden, Nord, Nord-
βόρειος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
septentrional, nordique, arctique, nord, du Nord, au nord, North, le nord
βόρειος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
settentrionale, nordico, a nord, nord, del Nord, Sud, Renania
βόρειος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
norte, ao norte, North, do Norte, o norte
βόρειος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
noords, noordelijk, noorden, noord, ten noorden, North
βόρειος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
северный, полуночный, нордовый, северянин, Северная, к северу, северу, север, северо
βόρειος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nordlig, nord, North, i North
βόρειος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nordlig, norr, North, nord, norra, norrut
βόρειος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pohjoinen, pohjoiseen, pohjoisessa, pohjoispuolella, pohjoista
βόρειος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
nord, North, nordlige, i North
βόρειος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
severní, sever, severně, na sever, severu
βόρειος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
północny, północ, na północ, na północny, północno
βόρειος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
északi, északra, észak, északon
βόρειος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kuzey, kuzeyinde
βόρειος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
північний, Північна, Северная
βόρειος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
veri, në veri, veriu, veriore, veriut
βόρειος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
на север, север, Северна, Северен, северно
βόρειος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
Паўночная, северная
βόρειος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
põhjapoolne, põhja-, põhja poole, põhja, põhja pool
βόρειος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sjevernjak, sjeverno, sjeverni, sjever, sjeveru
βόρειος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
norður, North, norðan, fyrir norðan
βόρειος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
į šiaurę, šiaurės, šiaurę, North, šiaurės platumos
βόρειος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
uz ziemeļiem, ziemeļi, ziemeļu, ziemeļos, North
βόρειος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Северна, север, на север, северно, северниот
βόρειος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
nordic, nord, de nord, la nord, nordul
βόρειος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
severní, sever, severno, north, severu, severne
βόρειος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
severní, severný, sever, severne, severe
Στατιστικά δημοτικότητας: βόρειος
Τυχαίες λέξεις