Пастель στα ελληνικά
Μετάφραση: пастель, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κραγιόνι, παστέλ, σε παστέλ, κρητιδογραφιών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- братоубийственный στα ελληνικά - αδελφοκτονικός, αδελφοκτόνος, αδελφοκτόνο, αδελφοκτόνων, αδελφοκτόνου
- брожение στα ελληνικά - βράζω, μελαγχολώ, ταράσσομαι, ζύμωση, ζύμωσης, ζυμώσεως, της ζύμωσης, ...
- впрыск στα ελληνικά - ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης
- вьетнамский στα ελληνικά - Βιετνάμ, Βιετναμέζικη, vietnamese, βιετναμέζικα, του Βιετνάμ
Τυχαίες λέξεις
Пастель στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κραγιόνι, παστέλ, σε παστέλ, κρητιδογραφιών
Μεταφράσεις: κραγιόνι, παστέλ, σε παστέλ, κρητιδογραφιών