Пенитенциарий στα ελληνικά
Μετάφραση: пенитенциарий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωφρονιστήριο, αναμορφωτήριο, του σωφρονιστικού, σωφρονιστικών υπαλλήλων, σωφρονιστικού συστήματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- авиакомпания στα ελληνικά - αερογραμμή, αεροπορική εταιρεία, αεροπορικά, αεροπορικών εταιρειών, αεροπορικής εταιρείας
- бездыханный στα ελληνικά - λαχανιασμένος, κομμένη την ανάσα, με κομμένη την ανάσα, ανάσα, λαχανιάζετε
- дивный στα ελληνικά - λαμπρός, ωραίος, απίθανος, καταπληκτικός, φίνος, ευφρόσυνος, πρόστιμο, ...
- желчность στα ελληνικά - ίκτερο, χολή, δριμύτητα, ίκτερος, πικρία, οξύτητα, την πικρία, ...
Τυχαίες λέξεις
Пенитенциарий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωφρονιστήριο, αναμορφωτήριο, του σωφρονιστικού, σωφρονιστικών υπαλλήλων, σωφρονιστικού συστήματος
Μεταφράσεις: σωφρονιστήριο, αναμορφωτήριο, του σωφρονιστικού, σωφρονιστικών υπαλλήλων, σωφρονιστικού συστήματος