Первоначальный στα ελληνικά
Μετάφραση: первоначальный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωτόγονος, πρώτος, πρωτότυπος, αρχέγονος, γνήσιος, στοιχειώδης, πρωταρχικός, αρχικά, αρχικός, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безболезненный στα ελληνικά - νωθρός, λείος, μαλθακός, ράθυμος, ανώδυνος, ανώδυνη, ανώδυνο, ...
- велик στα ελληνικά - χοντρός, μεγάλος, πρόστυχος, απίθανος, πρωτεύουσα, ακαθάριστος, αισχρός, ...
- внешний στα ελληνικά - επιπόλαιος, εξωτερικός, ξένος, επιφανειακός, επίσημος, εξωτερική, εξωτερικών, ...
- вольнослушатель στα ελληνικά - εθελοντής, εθελοντή, εθελοντών, εθελοντές, εθελοντική
Τυχαίες λέξεις
Первоначальный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωτόγονος, πρώτος, πρωτότυπος, αρχέγονος, γνήσιος, στοιχειώδης, πρωταρχικός, αρχικά, αρχικός, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικές
Μεταφράσεις: πρωτόγονος, πρώτος, πρωτότυπος, αρχέγονος, γνήσιος, στοιχειώδης, πρωταρχικός, αρχικά, αρχικός, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικές