Перемещать στα ελληνικά
Μετάφραση: перемещать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κίνηση, κινώ, μετακινώ, μετακομίζω, αλλάζω, μετατοπίζω, μεταβίβαση, μετατάσσω, μετάθεση, εξαρθρώνω, σαλεύω, μεταγράφω, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, κινούνται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безостановочный στα ελληνικά - ακατάπαυστος, αδιάκοπος, αδιάλειπτη, αδιάκοπη, συνεχής
- выковывать στα ελληνικά - αναπτύσσομαι, αναπτύσσω, σφυροκοπώ, καταλήξουν, υποβάλει εγκαίρως
- графология στα ελληνικά - γραφολογία, γραφολογίας, η γραφολογία, την γραφολογία, της γραφολογίας
- гуманитарный στα ελληνικά - ακαδημαϊκός, φιλελεύθερος, ανθρωπιστικός, επιεικής, κλασσικός, ανθρωπιστική, ανθρωπιστικής, ...
Τυχαίες λέξεις
Перемещать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κίνηση, κινώ, μετακινώ, μετακομίζω, αλλάζω, μετατοπίζω, μεταβίβαση, μετατάσσω, μετάθεση, εξαρθρώνω, σαλεύω, μεταγράφω, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, κινούνται
Μεταφράσεις: κίνηση, κινώ, μετακινώ, μετακομίζω, αλλάζω, μετατοπίζω, μεταβίβαση, μετατάσσω, μετάθεση, εξαρθρώνω, σαλεύω, μεταγράφω, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, κινούνται