Перила στα ελληνικά

Μετάφραση: перила, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κιγκλίδωμα, προστατευτικό κιγκλίδωμα, κάγκελο, κάγκελα, κιγκλιδωμάτων
Перила στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • блуждание στα ελληνικά - λάθος, βόλτα, περίπατος, περπατώ, τα πόδια, περπατήσετε
  • выругаться στα ελληνικά - χρήση, χρησιμοποιώ, ορκίζομαι, καταριέμαι, ραπ, rap, ραπάρω, ...
  • гоготанье στα ελληνικά - κακαρίζω, φλυαρία, γελώ, κακαρίσματα, κακάρισμα, κακάρισμά
  • дымянка στα ελληνικά - dymyanki
Τυχαίες λέξεις
Перила στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κιγκλίδωμα, προστατευτικό κιγκλίδωμα, κάγκελο, κάγκελα, κιγκλιδωμάτων