Λέξη: μαγιά

Σχετικές λέξεις: μαγιά

μαγιά μπύρας θηλασμός, μαγιά μπύρας δοσολογία, μαγιά βικιπαιδεια, μαγιά μπύρας παρενέργειες, μαγιά μπύρας και θηλασμός, μαγιά στα αγγλικά, μαγιά αρτοποιίας, μαγιά μπύρας, μαγιά νωπή, μαγιά μπύρας solgar

Συνώνυμα: μαγιά

μαγεία, μαύρη μαγεία, μαγία, γοητεία

Μεταφράσεις: μαγιά

μαγιά στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
yeast, yeasts, of yeast, yeast is

μαγιά στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
levadura, de levadura, la levadura, levaduras, levadura de

μαγιά στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hefe, backhefe, triebmittel, bierhefe, schaum, germ, Hefe, Hefen, Hefe-

μαγιά στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lie, levure, levain, la levure, levures, de levure, une levure

μαγιά στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lievito, lieviti, di lievito, il lievito, del lievito

μαγιά στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ansiar, fermento, leveduras, levedura, de levedura, fungos

μαγιά στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gist, gisten, van gist, de gist

μαγιά στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
закваска, бродить, фермент, пена, дрожжи, дрожжей, дрожжевой, дрожжевого, дрожжевых

μαγιά στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gjær, gjæren

μαγιά στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
jäst, jästen

μαγιά στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hiiva, hiivan, hiivaa, hiivassa, hiiva-

μαγιά στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gær, gæren, gær-

μαγιά στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kvasnice, kvasinka, droždí, kvasinky, kvasinek, kvasnic

μαγιά στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pienisty, drożdże, drożdży, drożdżowego, drożdżowy, z drożdży

μαγιά στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
erjedés, hab, kovász, tajték, hullámtaréj, élesztő, élesztőt, élesztőgomba, élesztőben, az élesztő

μαγιά στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
maya, mantar, mayası, mayalar

μαγιά στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
роки, дріжджі

μαγιά στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
maja, maja e, tharm, tharmi, maja që

μαγιά στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мая, дрожди, дрождите, дрождев

μαγιά στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дрожджы

μαγιά στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pärm, pärmi, pärmseente, pärmis, pärmist

μαγιά στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kvasac, kvasci, kvasca, gljivica, kvasaca

μαγιά στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ger, geri, súrdeig, gersveppir, gersveppa

μαγιά στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mielės, mielių, mieles, raugas

μαγιά στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
raugs, rauga, raugu, ieraugs

μαγιά στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
квасец, квасецот, габична, квасци, на квасец

μαγιά στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
drojdie, de drojdie, drojdii, drojdiei, drojdie de

μαγιά στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kvas, kvasa, kvasovk, kvasovke

μαγιά στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
droždí, kvasnice, droždie, droždia, kvasinky, kvasníc

Στατιστικά δημοτικότητας: μαγιά

Τυχαίες λέξεις