Петелька στα ελληνικά

Μετάφραση: петелька, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θηλιά, οφθαλμός, βρόχος, βρόγχος, μάτι, μικρή οπή, οπή, κρίκο, κρίκο σύνδεσης
Петелька στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • баклажан στα ελληνικά - μελιτζάνα, μελιτζάνες, μελιτζάνας, τη μελιτζάνα, φυτών μελιτζάνας
  • бретелька στα ελληνικά - ιμάντας, γυμνώνω, εκδύω, λουρί, ιμάντα, λουράκι, ταινία
  • взрывоопасный στα ελληνικά - πτητικός, πτητικών, πτητικές, πτητικό, πτητικά
  • завлекать στα ελληνικά - μόλυβδος, παρασύρω, λουρί, ηγούμαι, δελεάζω, δέλεαρ, θέλγητρο, ...
Τυχαίες λέξεις
Петелька στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θηλιά, οφθαλμός, βρόχος, βρόγχος, μάτι, μικρή οπή, οπή, κρίκο, κρίκο σύνδεσης