Λέξη: επικός

Σχετικές λέξεις: επικός

επικός ποιητής του 3ου π.χ. αιώνα από την κρήτη, επικός συνώνυμα, επικός ποιητής, επικός τόνος, επικός κύκλος, επικός ποιητής από την κρήτη, επικός οπαδός παοκ ουρλιάζει δίπλα από τον εκφωνητή, επικός καυγάς γυναικών σε εστιατόριο για ένα τραπέζι, επικός λεξικό, επικός χάρτης της ευρώπης

Μεταφράσεις: επικός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
epic, the epic, epic poet
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
épico, epopeya, épica, épica de, la épica
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
episch, epos, Epos, epischen, epische, episches
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
épopée, épique, héroïque, épiques, l'épopée, epic
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
epico, epica, epopea, poema epico, epiche
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
épico, épica, epopeia, epic, epopéia
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
episch, epos, heldendicht, epische, epic
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
эпос, эпический, эпопея, эпическая, эпической
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
episk, episke, storslåtte, storslått, epic
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
episk, episka, epos, episkt, epic
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kertomaruno, eepos, mittava, eeppinen, eeppisiä, eeppisen, eepoksen
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
episk, episke, epic, epos, storslået
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
epos, epické, epický, epická, epic
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
epiczny, epopeja, bohaterski, epicki, epos, epika, duma, epicka, epickie
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
epikus, eposz, epic, az epikus, hősies
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
epik, destansı, destan, destansı bir, epik bir
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
епічний
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
epope, epik, epike, poemë epike, epike të, Epika
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
епическия, епопея, епична, епос, епичната, епично
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
эпічны
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
eepos, kangelaslik, eepiline, eepose, eepilist, eepilise
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ep, epski, Epic, epska, epske
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Epic
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
epas, epic, epo, epinis
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
episks, episkā, Epic, epika
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
еп, епски, епската, епска, епот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
epic, epică, epica, epopee, epice
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
epic, epska, epski, ep, epsko
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
epický, epos
Τυχαίες λέξεις