Печка στα ελληνικά

Μετάφραση: печка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διακυμαίνομαι, εμβέλεια, κουζίνα, φάσμα, σόμπα, φούρνο, σόμπας, θερμάστρα
Печка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бульдог στα ελληνικά - σκύλος μπουλντώκ, μπουλντόγκ, Bulldog, κουτάβια, μπουλντόγκ κουτάβι
  • видоизменить στα ελληνικά - μετατρέπω, παραλλάζω, μετατροπή, παραλλαγή, τροποποιώ, αλλάζω, παραποιώ, ...
  • вторгнуться στα ελληνικά - να εισβάλει, να εισβάλουν, για να εισβάλουν, να εισβάλλουν, να εισβάλει στην
  • диабет στα ελληνικά - διαβητικός, διαβήτης, διαβήτη, σακχαρώδη διαβήτη, του διαβήτη, ο διαβήτης
Τυχαίες λέξεις
Печка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διακυμαίνομαι, εμβέλεια, κουζίνα, φάσμα, σόμπα, φούρνο, σόμπας, θερμάστρα