Питание στα ελληνικά
Μετάφραση: питание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταΐζω, επιβιβάζομαι, θρέψη, τρέφω, τροφή, σανίδα, παραλαβή, παράδοση, τροφοδοτώ, φαγητό, σιτίζω, διατροφή, διαιτολόγιο, διατροφής, διατροφή των
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акупунктура στα ελληνικά - βελονισμός, βελονισμού, βελονισμό, ο βελονισμός, το βελονισμό
- бессилие στα ελληνικά - ατονία, αναπηρία, ελάττωμα, ανικανότητα, ανικανότητας, την ανικανότητα, αδυναμία, ...
- восторженный στα ελληνικά - μεταρσιωμένος, ενθουσιασμένος, εκστατικός, ενθουσιώδης, ενθουσιώδεις, ενθουσιώδη, ενθουσιασμό, ...
- доисторический στα ελληνικά - προϊστορικός, προϊστορική, προϊστορικά, προϊστορικούς, προϊστορικό
Τυχαίες λέξεις
Питание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταΐζω, επιβιβάζομαι, θρέψη, τρέφω, τροφή, σανίδα, παραλαβή, παράδοση, τροφοδοτώ, φαγητό, σιτίζω, διατροφή, διαιτολόγιο, διατροφής, διατροφή των
Μεταφράσεις: ταΐζω, επιβιβάζομαι, θρέψη, τρέφω, τροφή, σανίδα, παραλαβή, παράδοση, τροφοδοτώ, φαγητό, σιτίζω, διατροφή, διαιτολόγιο, διατροφής, διατροφή των