Пламенный στα ελληνικά
Μετάφραση: пламенный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φλογερός, φλεγόμενος, παθιασμένος, φλεγόμενα, φλεγόμενο, φλόγα, φλεγόμενη
Μεταφράσεις
- беспроцентный στα ελληνικά - άτοκα, άτοκο, άτοκες, άτοκων, άτοκη
- бюро στα ελληνικά - εξουσία, πρακτορείο, αυθεντία, πισίνα, υπηρεσία, γραφείο, θώκος, ...
- выводиться στα ελληνικά - εκκολάπτομαι, άνοιγμα, μπουκαπόρτα, επωάζω, παραγωγή, εξόδου, έξοδο, ...
- выпуск στα ελληνικά - εκπυρσοκρότηση, εκκρίνω, δημοσίευση, εκροή, έκδοση, απαλλοτρίωση, παραγωγή, ...
Τυχαίες λέξεις
Пламенный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φλογερός, φλεγόμενος, παθιασμένος, φλεγόμενα, φλεγόμενο, φλόγα, φλεγόμενη
Μεταφράσεις: φλογερός, φλεγόμενος, παθιασμένος, φλεγόμενα, φλεγόμενο, φλόγα, φλεγόμενη