Платежеспособный στα ελληνικά

Μετάφραση: платежеспособный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γερός, εχέγγυος, πληρωτέος, ήχος, φωνή, φερέγγυος, διαλύτη, διαλύτης, διαλύτου, διαλυτών, του διαλύτη
Платежеспособный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • воротить στα ελληνικά - επιστροφή, αντιστρέφω, παίρνω, στρίβω, ανακτώ, αποκτώ, σειρά, ...
  • делопроизводство στα ελληνικά - λογιστική, γραφική εργασία, εργασία γραφείου, υπαλληλική εργασία, ετοιμασία και διεκπεραίωση, γραφειακή εργασία
  • дырокол στα ελληνικά - γρονθοκοπώ, τρυπητής, puncher
  • дэвид στα ελληνικά - Δαβίδ, david, Ο David, Ντέιβιντ, τον David
Τυχαίες λέξεις
Платежеспособный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γερός, εχέγγυος, πληρωτέος, ήχος, φωνή, φερέγγυος, διαλύτη, διαλύτης, διαλύτου, διαλυτών, του διαλύτη