Плодоношение στα ελληνικά
Μετάφραση: плодоношение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στάση, έδρανο, σχέση, καρποφορία, καρποφορίας, καρποφόρα, την καρποφορία, της καρποφορίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- биограф στα ελληνικά - βιογράφος, βιογράφο, ο βιογράφος, βιογράφος του, το βιογράφο
- бремя στα ελληνικά - φορτώνω, φροντίδα, φορτίζω, γεμίζω, κατηγορία, βάρος, φόρτωση, ...
- воинство στα ελληνικά - στρατός, φιλοξενώ, οικοδεσπότης, υποδοχής, ξενιστή, ξενιστής, ξενιστών
- желанный στα ελληνικά - αποδεκτός, αγαπημένος, δεκτός, επιθυμητός, καλωσόρισμα, ευπρόσδεκτος, ευπρόσδεκτη, ...
Τυχαίες λέξεις
Плодоношение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στάση, έδρανο, σχέση, καρποφορία, καρποφορίας, καρποφόρα, την καρποφορία, της καρποφορίας
Μεταφράσεις: στάση, έδρανο, σχέση, καρποφορία, καρποφορίας, καρποφόρα, την καρποφορία, της καρποφορίας