По στα ελληνικά
Μετάφραση: по, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάθε, διαμέσου, περί, σε, δίπλα, έπειτα, κάτω, ανά, εναντίον, μετά, περίπου, τελείωσε, άνω, πούπουλο, κατά, πάνω, επί, για, σχετικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- валик στα ελληνικά - άξονας, μπικουτί, κύλινδρος, ταινία, μαξιλάρι, κυλίνδρου, κύλινδρο, ...
- вылуживать στα ελληνικά - κονσέρβα, κασσίτερος, vyluzhivat
- дисциплинирующий στα ελληνικά - πειθαρχικός, πειθαρχική, πειθαρχικές, πειθαρχικής, πειθαρχικών
- днище στα ελληνικά - τελειώνω, τέλος, κεφάλι, διογκώνω, πάτος, ηγούμαι, κάτω μέρος, ...
Τυχαίες λέξεις
По στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάθε, διαμέσου, περί, σε, δίπλα, έπειτα, κάτω, ανά, εναντίον, μετά, περίπου, τελείωσε, άνω, πούπουλο, κατά, πάνω, επί, για, σχετικά
Μεταφράσεις: κάθε, διαμέσου, περί, σε, δίπλα, έπειτα, κάτω, ανά, εναντίον, μετά, περίπου, τελείωσε, άνω, πούπουλο, κατά, πάνω, επί, για, σχετικά