Повидать στα ελληνικά

Μετάφραση: повидать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βλέπω, δείτε, βλέπε, βλ, δούμε
Повидать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аэростатика στα ελληνικά - αεροστατική
  • благоухающий στα ελληνικά - αποπνέων, ευώδης, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ευωδιαστό
  • вахтёр στα ελληνικά - θυρωρός, θυρωρός Φύλακας, doorman, Ο θυρωρός, θυρωρός Φύλακας Υπηρεσία στεγνοκαθαριστηρίου
  • езда στα ελληνικά - οδήγηση, βόλτα, ατραξιόν, οδηγώ, ιππεύω, ιππασία, οδήγησης, ...
Τυχαίες λέξεις
Повидать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βλέπω, δείτε, βλέπε, βλ, δούμε