Ακουμπώ στα αγγλικά
Μετάφραση: ακουμπώ, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
lean, touch, abut
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ακουμπώ
abut
- καταλήγω
- ακουμπώ
- συνορεύω
- στηρίζομαι
- συνάπτομαι
- ακουμπώ
- στηρίζομαι
- ακουμβώ
- κλίνω
- εγγίζω
- αφορώ
- συγκινώ
- αγγίζω
- ακουμπώ
- άπτομαι
Σχετικές λέξεις: ακουμπώ
ακουμπώ συνώνυμα, ακουμπώ λεξικό γλώσσας αγγλικά, ακουμπώ στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ακολουθώ στα αγγλικά - follow, accompany, pursue, I follow
- ακονίζω στα αγγλικά - sharpen, strop, whet, hone, grind
- ακουστική στα αγγλικά - acoustics, acoustic, audio, audible, aural
- ακουστικός στα αγγλικά - acoustic, aural, audio, auditory, audible, acoustical
Τυχαίες λέξεις
Ακουμπώ στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: lean, touch, abut
Μεταφράσεις: lean, touch, abut