Погашать στα ελληνικά
Μετάφραση: погашать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολύω, σβήνω, βυθίζω, βυθίζομαι, εκροή, άφεση, ναυαγώ, εκκαθαρίζω, ρευστοποιώ, νεροχύτης, σέρβις, ακυρώνω, εξαγοράζω, εξυπηρέτηση, υπηρεσία, ικανοποιώ, αποπληρώσει, εξοφλήσει, επιστρέψει, αποπληρωμή, να επιστρέψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- втянутый στα ελληνικά - συντάσσεται, που, συντάχθηκε, κατάρτιση
- галантный στα ελληνικά - ευπροσήγορος, γενναίος, γενναίου, ανδρείους, ανδρείοι, ευγενής
- деликатес στα ελληνικά - λιχουδιά, λεπτότητα, έδεσμα, λιχουδιάς, ευαισθησία
- деревенеть στα ελληνικά - σκληρύνω, σκληραίνουν, σκληρύνει, σκληρύνουν, ακαμψία
Τυχαίες λέξεις
Погашать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολύω, σβήνω, βυθίζω, βυθίζομαι, εκροή, άφεση, ναυαγώ, εκκαθαρίζω, ρευστοποιώ, νεροχύτης, σέρβις, ακυρώνω, εξαγοράζω, εξυπηρέτηση, υπηρεσία, ικανοποιώ, αποπληρώσει, εξοφλήσει, επιστρέψει, αποπληρωμή, να επιστρέψει
Μεταφράσεις: απολύω, σβήνω, βυθίζω, βυθίζομαι, εκροή, άφεση, ναυαγώ, εκκαθαρίζω, ρευστοποιώ, νεροχύτης, σέρβις, ακυρώνω, εξαγοράζω, εξυπηρέτηση, υπηρεσία, ικανοποιώ, αποπληρώσει, εξοφλήσει, επιστρέψει, αποπληρωμή, να επιστρέψει