Подкислять στα ελληνικά

Μετάφραση: подкислять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οξύνω, οξινίζουμε, οξυνίζομε, οξινίζει, οξυνίζουμε, την οξίνιση
Подкислять στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • биофизик στα ελληνικά - βιοφυσικός, βιοφυσικό, βιοφυσικούς, η βιοφυσικός, ο βιοφυσικός
  • воткать στα ελληνικά - διαπλέκω, συνηφαίνω, αλληλοδιαπλέκονταν, interweave, διαπλέξει
  • вразумительность στα ελληνικά - νοητό, κατανοήσεως, καταληπτότητα, αντιληπτότητα, καταληπτότητας
  • гуашь στα ελληνικά - γκουάς, με γκουάς, gouache, κρητιδογραφίες, γκουας
Τυχαίες λέξεις
Подкислять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οξύνω, οξινίζουμε, οξυνίζομε, οξινίζει, οξυνίζουμε, την οξίνιση