Λέξη: προορίζω

Σχετικές λέξεις: προορίζω

προορίζω συνώνυμα

Συνώνυμα: προορίζω

προαποφασίζω, προκαθορίζω, σφετερίζομαι

Μεταφράσεις: προορίζω

προορίζω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
destine, foreordain, predestine, predestinate, preordain

προορίζω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
destinar, determinar, Destine, destinan

προορίζω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bestimmen, Destine

προορίζω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
destiner, assigner, fixer, désigner, affecter, destine, destinez

προορίζω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fissare, destinare, destine, a destinare, destinano, predestinare

προορίζω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
despeito, destinar, destine, destinam as

προορίζω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bestemmen, uittrekken, Destine, bestem, als bestemming de, bestemming de

προορίζω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
направляться, назначать, предназначать, предопределять, расстраивать

προορίζω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
destine

προορίζω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
Destine

προορίζω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
määrätä, Destine

προορίζω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
afsætte, markedsavance

προορίζω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
předurčit, určit, předurčují

προορίζω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przeznaczać, wyznaczać, przeznaczyć, Destine, przeznaczyli

προορίζω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szán, rendel

προορίζω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yöneltmek, nasip etmek, destine, nasip, kaderinde

προορίζω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
направлятись, прямувати, направлятися, іти, призначати

προορίζω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
paracaktoj, shkoj, drejtohem, përcaktoj

προορίζω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
предопределям, предназначавам, отреждам

προορίζω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прызначаліся, прызначаўся, Прызначаецца, прызначалася, якія прызначаліся

προορίζω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sihitama, DESTINE, suunama, ette määrama, Määrata

προορίζω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
opredijeliti, odrediti, namijeniti

προορίζω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ákvörðum, tæki ákvörðum

προορίζω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lemti, Nukreipti, Paskirti

προορίζω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nolemt

προορίζω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
отреждам

προορίζω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
hărăzi, predestina, meni, Destine, destin

προορίζω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Opredijeliti, Namijeniti

προορίζω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
predurčujú, predurčuje
Τυχαίες λέξεις