Подлинный στα ελληνικά

Μετάφραση: подлинный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τίμιος, έντιμος, γνήσιος, πρωτότυπος, απόκρημνος, απότομος, αυθεντικός, αληθινός, καθαρός, πραγματικός, απτός, αληθής, αυθεντικά, αυθεντικό, αυθεντική, μόνο αυθεντικό
Подлинный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • взрывной στα ελληνικά - εκρηκτικός, εκρηκτική, εκρηκτικό, εκρηκτικές, εκρηκτικά
  • вслушиваться στα ελληνικά - ακούω, αφουγκράζομαι, ακούστε, ακούσετε, να ακούσετε, ακούσει, ακούν
  • грифон στα ελληνικά - γρύπας, Griffin, γρύπα, ο Griffin
  • двучлен στα ελληνικά - διωνυμικός, διώνυμος, δυωνυμική, δυωνυμικού, δυωνυμικής
Τυχαίες λέξεις
Подлинный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τίμιος, έντιμος, γνήσιος, πρωτότυπος, απόκρημνος, απότομος, αυθεντικός, αληθινός, καθαρός, πραγματικός, απτός, αληθής, αυθεντικά, αυθεντικό, αυθεντική, μόνο αυθεντικό