Подмоченный στα ελληνικά

Μετάφραση: подмоченный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρεγμένος, νωπός, περιχύω, υγρός, λίγο, ένα κομμάτι, είναι λίγο, κάπως
Подмоченный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • анемичный στα ελληνικά - αναιμία, αναιμικός, αναιμικούς, αναιμική, αναιμικά, αναιμικοί
  • всемеро στα ελληνικά - επτάπλους, επταπλά, επταπλής, εφταπλή, επταπλές
  • жалить στα ελληνικά - κεντρίζω, δάγκωμα, κεντρί, δαγκώνω, τσίμπημα, τσιμπώ, τσιμπήματος, ...
  • жемчужный στα ελληνικά - μαργαριτάρι, μαργαριταρένια, μαργαριταριών, μαργαριτάρια, μαργαριταρένιο
Τυχαίες λέξεις
Подмоченный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρεγμένος, νωπός, περιχύω, υγρός, λίγο, ένα κομμάτι, είναι λίγο, κάπως