Подогнуться στα ελληνικά
Μετάφραση: подогнуться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καμπυλώνεται, στροφή, σκύβω, αποτυγχάνω, γέρνω, πόρπη, πόρπης, αγκράφα, πόρπη της, της πόρπης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беспечно στα ελληνικά - επιπόλαια, ελαφρώς, απρόσεκτα, απερίσκεπτα, απρόσεχτα, πλημμελή, ανέμελα
- вера στα ελληνικά - πίστωση, αποδοχή, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, πίστη, πίστης, την πίστη, ...
- выгоду στα ελληνικά - απολαβή, όφελος, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, παροχή
- епитрахиль στα ελληνικά - εσάρπα, έκλεψε, έκλεψαν, έκλεψε το, έκλεψε την
Τυχαίες λέξεις
Подогнуться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καμπυλώνεται, στροφή, σκύβω, αποτυγχάνω, γέρνω, πόρπη, πόρπης, αγκράφα, πόρπη της, της πόρπης
Μεταφράσεις: καμπυλώνεται, στροφή, σκύβω, αποτυγχάνω, γέρνω, πόρπη, πόρπης, αγκράφα, πόρπη της, της πόρπης