Подоспеть στα ελληνικά
Μετάφραση: подоспеть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φθάνω, φτάνω, έρχονται, έρθει, προέρχονται, έρθουν, αντιμετωπίσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- активист στα ελληνικά - ακτιβιστής, ακτιβιστή, ακτιβίστρια, ακτιβιστών, ενεργό
- брякать στα ελληνικά - bryakat
- вклейка στα ελληνικά - Κύριο θέμα, Στο κύριο θέμα, ένθετο, και κύριο θέμα
- выгиб στα ελληνικά - κυρτώνω, σκύβω, καμπύλη, καμπυλώνεται, καμπυλώνω, στροφή, κύρτωμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Подоспеть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φθάνω, φτάνω, έρχονται, έρθει, προέρχονται, έρθουν, αντιμετωπίσει
Μεταφράσεις: φθάνω, φτάνω, έρχονται, έρθει, προέρχονται, έρθουν, αντιμετωπίσει