Подсвечник στα ελληνικά
Μετάφραση: подсвечник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χώνω, κηροπήγιο, λυχνία, Κηροπήγια, κεριών, κηροπηγίων, Candlestick
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- буковый στα ελληνικά - οξιά, οξιάς, οξυάς, οξιές, οξυά
- горчичник στα ελληνικά - σιναπισμός
- допускаемый στα ελληνικά - επιτρεπόμενος, επιτρεπτός, επιτρεπόμενη, επιτρεπομένων, επιτρεπόμενων
- ерундовый στα ελληνικά - χαζός, ανόητος, κουτός, Picayune, ασήμαντη
Τυχαίες λέξεις
Подсвечник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χώνω, κηροπήγιο, λυχνία, Κηροπήγια, κεριών, κηροπηγίων, Candlestick
Μεταφράσεις: χώνω, κηροπήγιο, λυχνία, Κηροπήγια, κεριών, κηροπηγίων, Candlestick